Μοσχεύματα
Διατήρηση όγκου μετεξακτικού φατνίου. Αμέσως μετά την εξαγωγή ενός δοντιού, η διαδικασία επούλωσης αρχίζει με το σχηματισμό θρόμβου αίματος.
Στην περιοχή και με την πάροδο του χρόνου, αυτός ο θρόμβος αίματος μετασχηματίζεται σε οστούν, μέσω της φυσικής διαδικασίας της επούλωσης. Προκειμένου να αποφευχθεί η απορρόφηση και η ατροφία του φατνιακού οστού στην περιοχή της εξαγωγής, τα μοσχεύματα είναι ιδανικό να τοποθετούνται κατά τη στιγμή της εξαγωγής.
Διαδικασία :
- Το δόντι εξάγεται.
- Γίνεται επιμελής χειρουργικός καθαρισμός τοπικά.
- Το κατάλληλο μόσχευμα τοποθετείται μέσα στο φατνίο για να γεμίσει εντελώς το χώρο.
- Το μόσχευμα διατηρεί τον όγκο για να βοηθήσει στην πρόληψη της συρρίκνωσης και ατροφίας του μετεξακτικού φατνίου.
- Το μόσχευμα χρησιμεύει σαν ένα ικρίωμα που χρησιμοποιείται από τα κύτταρα του σώματος για να αναγεννηθούν σε οστό με ένα προβλέψιμο και αποτελεσματικό τρόπο.
Μετά από περίπου 3-4 μήνες επούλωσης, η περιοχή μπορεί να είναι έτοιμη για τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων. Τα μοσχεύματα διατήρησης όγκου μετεξακτικού φατνίου συνιστώνται για κάθε περίπτωση που γίνεται μια εξαγωγή δοντιού και σχεδιάζουμε την οστική ανάπλαση και την τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων.
Μεταμόσχευση με οστικά chips
Αν ένα δόντι λείπει σε μια περιοχή, τελικά η γνάθος αρχίζει να απορροφάται, αφήνοντας ένα έλλειμμα που δεν μπορεί να ανακατασκευαστεί. Τα οστικά chips είναι μια μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αποκατάσταση των περιοχών του οστού που έχουν απορροφηθεί χρησιμοποιώντας μοσχευματικό υλικό σε μορφή κόκκων.
Διαδικασία:
Η περιοχή προετοιμάζεται για το υλικό που πρόκειται να τοποθετηθεί εντός αυτής. Μοσχευματικά υλικά μπορούν να ληφθούν είτε έτοιμα από το εμπόριο (συνθετικά, ξενομοσχεύματα) ή λαμβάνονται από τον ίδιο τον ασθενή (αυτομοσχεύματα). Ωστόσο, προκατασκευασμένα υλικά είναι αυτά που χρησιμοποιούνται πιο συχνά. Επαρκής όγκος μοσχεύματος τοποθετείται στην περιοχή, έπειτα το μόσχευμα καλύπτεται από τους μαλακούς ιστούς και ακολουθεί συρραφή. Μια περίοδος επούλωσης ακολουθεί πριν γίνει αποκατάσταση με οδοντικά εμφυτεύματα που διαρκεί περίπου 4-6 μήνες.
Οστική μεταμόσχευση με block
Οστική μεταμόσχευση με block είναι μια άλλη μέθοδος για την οστική ανάπλαση μιας περιοχής όπου τα δόντια έχουν ήδη χαθεί. Τυπικά, αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις μεγαλύτερων ελλειμμάτων σε σχέση με εκείνες όπου η τοποθέτηση οστικών τεματιδίων chips είναι επαρκής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ένα μεγαλύτερο τμήμα οστού λαμβάνεται από τον ασθενή και τοποθετείται στην περιοχή που υπάρχει έλλειμμα οστού.
Μετά από μία περίοδο 3-4 μηνών, το μόσχευμα έχει ενσωματωθεί στο οστό της γνάθου για τη βελτίωση της ποσότητας και της ποιότητας του οστού, με σκοπό την τοποθέτηση εμφυτευμάτων. Οι θέσεις που χρησιμοποιούνται συνήθως ως πηγή για αυτόν τον τύπο του μοσχεύματος περιλαμβάνουν το γένειο ή την περιοχή του τρίτου γομφίου της κάτω γνάθου (έξω λοξή γραμμή).
Μεταμόσχευση με οστικά chips vs block οστών
Ένα κοινό ερώτημα που τίθεται στη χειρουργική στόματος είναι αν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται τα οστικά chips (κόκκοι) ή οστικά μοσχεύματα τύπου μπλοκ. Κάθε περίπτωση είναι μοναδική και πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κατηγορηματική απάντηση. Ωστόσο, για τα μικρά ελλείμματα, τα μοσχεύματα σε μορφή κόκκων συχνά εξυπηρετούν, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ενός δεύτερου χειρουργικού πεδίου για την αφαίρεση του μοσχεύματος. Μεγαλύτερα ελλείμματα προβλέψιμα αντιμετωπίζονται με τα οστικά μπλοκ. Η δημιουργία ενός δεύτερου χειρουργικού πεδίου για να αφαιρεθεί το μπλοκ επιφέρει μεγαλύτερη μετεγχειρητική δυσφορία και πρήξιμο. Τις περισσότερες φορές, τα ποσοστά επούλωσης είναι ουσιαστικά ισοδύναμα, όπως και η ποιότητα και η ποσότητα του οστού που προκύπτει.
Μείζων οστική μεταμόσχευση (Μεγάλη ποσότητα οστού)
Σε καταστάσεις ενός σημαντικού τραύματος ή παθολογικών καταστάσεων (κύστεις, όγκοι), μεγαλύτερες ποσότητες οστικών μοσχευμάτων απαιτούνται για την αναδόμηση του οστού της γνάθου για να είναι δυνατή η τοποθέτηση εμφυτευμάτων ή άλλες διαδικασίες αποκατάστασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι κόκκοι (chips) και τα μικρά μπλοκ οστών είναι τεχνικές ανεπαρκείς για την ποσότητα του οστού που απαιτείται για την τελική αποκατάσταση. Σε αυτές τις περιπτώσεις μοσχεύματα μπορούν να ληφθούν από το λαγόνιο οστό, το βρεγματικό, την κνήμη του ασθενούς κ.ά.
Ανύψωση ιγμορείου
Η ανύψωση εδάφους ιγμορείου (sinus lift) είναι μια χειρουργική διαδικασία που έχει ως στόχο να αυξήσει την ποσότητα του οστού στην οπίσθια άνω γνάθο, στην περιοχή των προγομφίων και των γομφίων, μειώνοντας μέρος του όγκου του ιγμορείου, ώστε να είναι δυνατή η τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων.
Όταν ένα φυσικό δόντι χάνεται, είτε λόγω της οδοντικής τερηδόνας, περιοδοντικής νόσου ή λόγω οδοντικού τραύματος, η φατνιακή απόφυση αρχίζει να αναδιαμορφώνεται. Η νωδή (χωρίς δόντια) περιοχή, που αποκαλείται ακρολοφία, με την πάροδο του χρόνου χάνει συνήθως τόσο το ύψος και το πλάτος της. Επιπλέον, το επίπεδο του εδάφους του ιγμορείου γίνεται σταδιακά χαμηλότερο. Συνολικά, αυτό οδηγεί σε απώλεια του όγκου του οστού το οποίο είναι διαθέσιμο για την τοποθέτηση των οδοντικών εμφυτευμάτων, τα οποία βασίζονται στην οστεοενσωμάτωση. Ο στόχος της ανύψωσης ιγμόρειου είναι να μεταμοσχεύσει επιπλέον οστό στο ιγμόρειο, έτσι ώστε περισσότερη οστική μάζα να είναι διαθέσιμη για να υποστηρίξει ένα οδοντικό εμφύτευμα.
Η τεχνική ανύψωσης του ιγμορείου είναι μια καλά προβλέψιμη χειρουργική τεχνική αύξησης του όγκου της υπολειμματικής ακρολοφίας και, ανάλογα με την οδό προσπέλασης προς την μεμβράνη του ιγμορείου, χωρίζεται σε κλειστού και ανοιχτού τύπου ανύψωση. Στην ανοιχτού τύπου, αφού πρώτα αποκαλύψουμε το έξω τοίχωμα του ιγμορείου, ανοίγουμε ένα οστικό παράθυρο με τη χρήση φρεζών, για να φτάσουμε στη μεμβράνη που επενδύει το εσωτερικό της κοιλότητας, και με ειδικά εργαλεία την αποκολλούμε και την απωθούμε προς τα πάνω. Έπειτα τοποθετούμε ποσότητα οστικού μοσχεύματος μέσα στο ιγμόρειο άντρο. Μετά από ένα διάστημα επούλωσης 4-5 μηνών στην περιοχή αυτή θα μπορεί να γίνει τοποθέτηση εμφυτευμάτων.
Στην κλειστού τύπου, η προσπέλαση προς το εσωτερικό του ιγμορείου γίνεται χωρίς τη διάνοιξη οστικού παραθύρου. Χρησιμοποιούνται ειδικού τύπου οστεοτόμοι που με λεπτούς χειρισμούς μάς βοηθούν να ανυψώσουμε τοπικά το έδαφος του ιγμορείου και να τοποθετήσουμε το εμφύτευμα ταυτόχρονα, με τη χρήση ή όχι μοσχευματικών υλικών. Ταυτόχρονη τοποθέτηση του εμφυτεύματος μπορεί να γίνει και με την ανοιχτού τύπου ανύψωση, αρκεί να υπάρχει τουλάχιστον 3-4 χιλιοστά οστό από την ακρολοφία μέχρι το έδαφος του ιγμορείου. Ενώ για να μπορέσουμε να κάνουμε την κλειστού τύπου ανύψωση, η απόσταση του εδάφους του ιγμορείου μέχρι τη φατνιακή ακρολοφία θα πρέπει είναι τουλάχιστον 6-7 χιλιοστά.